ΠΑΡΑΓΩΓΗ ΑΛΚΟΟΛΟΥΧΩΝ ΠΟΤΩΝ
Η οινοπνευματοποιία, ήταν ένας σπουδαίος κλάδος της βιομηχανίας και γνώρισε ιδιαίτερη άνθηση στην πόλη της Καλαμάτας κατά το τέλος του 19ου έως τις αρχές του 20ου αιώνα. Η ιστορία της ελληνικής ποτοποιίας ξεκίνησε στην Καλαμάτα το 1850 με την ίδρυση της εταιρείας του Γ. Καλλικούνη. Η εταιρεία απέκτησε γρήγορα μεγάλη φήμη και έγινε γνωστή στο πανελλήνιο, στην Ευρώπη και στην Αμερική, με ετήσια παραγωγή σε εξαγωγές 300.000 οκάδες ποτά, ηδύποτα και οίνους το 1900. Στα αποστακτήρια της εταιρείας ‘Καλλικούνης’ μία μεγάλη ποικιλία αρωματικών φυτών, βοτάνων, ριζών και λουλουδιών (τριαντάφυλλο, γιασεμί, αγιόκλημα) συνδυάζονται και εκχυλίζονται χρησιμοποιώντας οινόπνευμα από σταφίδα και κρασί. 
Φύλλα δάφνης, μέντας, αψιθιάς, ρίζες αγγελικής, αλόη, πικρόξυλο, σπόροι κέδρου, γλυκάνισου, κόλιαδρου, κακουλές, δεσποτικό και πολλά άλλα διαβρέχονται με οινόπνευμα και αποστάζονται σε χάλκινους άμβυκες. Άνθη λεμονιάς, νεραντζιάς, μοσχοκάρυδο, κανέλλα, βανίλια, φλοίδες κασκαρίλλας και αρωματικού καλαμιού εκχυλίζονται σε διάφορους οινοπνευματικούς βαθμούς σε ξύλινους εκχυλιστήρες.
Στη Μεσσηνία, επίσης, παράγεται το τσίπουρο ακολουθώντας την παραδοσιακή διαδικασία. Μετά τον τρύγο και το πάτημα των σταφυλιών στο πατητήρι, ξεχωρίζει ο μούστος από τα τσίφυλα / στέμφυλα / τσίπουρα (στημένα σταφύλια). Ο μούστος μεταφέρεται στα βαρέλια και τα τσίφιλα τοποθετούνταν σε ένα βαρέλι / βούτα, για να υποστούν τη δική τους ζύμωση. Μερικά τα παράχωναν σε λάκκο και έστρωναν γύρω – γύρω συκόφυλλα ή πλατανόφυλλα για να μην έλθουν σε επαφή με το χώμα. Η διαδικασία της απόσταξης οινοπνεύματος γίνεται στο ρακοκάζανο (αποστακτήρας), το οποίο ήταν σφραγισμένο από την εκάστοτε αρχή και απαιτείτο ειδική άδεια από τις κατά τόπους αστυνομικές αρχές (Νόμος 1988). Το σύστημα του αποστακτήρα περιλαμβάνει το καζάνι ή κακάβι, χάλκινο καζάνι με καπάκι με σωλήνα στο μπροστινό μέρος, και τον λουλά, δεύτερο σωλήνα, που περνά από μια δεξαμενή με νερό. Τα τσίφυλα βράζουν και καθώς οι ατμοί φτάνουν στη δεξαμενή με το νερό, παγώνουν, ρευστοποιούνται και πέφτουν σταγόνα - σταγόνα από την άκρη του λουλά. Από την πρώτη απόσταξη βγαίνει το πρωτορράκι, που χρησιμεύει για φαρμακευτική χρήση (εντριβές) και από τη δεύτερη το τσίπουρο ή ρακή. Η αποθήκευσή του γίνεται σε δοχεία με στενό λαιμό, όπως οι νταμιτζάνες. Για να δοθεί κιτρινωπό χρώμα ρίχνουν στο καζάνι φλούδες από μήλα, λεμόνια, πορτοκάλια, κίτρα και γλυκάνισο και βάζουν κανέλα στο λουλά.

Αξίζει να σημειωθεί ότι σήμερα στη Μεσσηνία δραστηριοποιούνται αρκετές εταιρείες παραγωγής αλκοολούχων ποτών, με βασικό στόχο την ποιότητα.

ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ

  • Δημητρόπουλος-Καράμπελας Δ., 1997, Μαρίνα. Το αρχαιότερο χωριό του τριφυλιακού Λυκαίου. Ιστορία - Λαογραφία – Κοινωνική ζωή – Φυσικό περιβάλλον – Συλλογικά θέματα, Αθήνα, σελ. 139 - 140
  • Ήμελλος Σ. Δ. –Πολυμέρου-Καμηλάκη Α., 1983, Παραδοσιακός υλικός βίος του ελληνικού λαού (ερωτηματολόγιο), αρ. 17, Αθήνα: Δημοσιεύματα Κέντρου Ερεύνης Ελληνικής Λαογραφίας, σελ. 137
  • Καλλικούνης, http://www.callicounis.gr, τελευταία προσπέλαση 1/2/2014.
  • Κουκουρέβος Π., 2007, ‘Τα καζανέματά μας. Η απόσταξη του τσίπουρου’, Μεσσηνιακός Λόγος, 6/3/2009, σελ. 13
  • Μηλίτση-Νίκα Α., 2004, Η Μέση Εκπαίδευση στη Μεσσηνία (1833-1910). Όψεις της μεσσηνιακής κοινωνίας μέσα από την εκπαίδευση, αρ. 5, Καλαμάτα: Γ.Α.Κ. – Αρχεία Ν. Μεσσηνίας, σελ. 64 - 67
  • Ψαρράκη-Μπελεσιώτη Ν., 1978, Παραδοσιακές καλλιέργειες, Αιμιλία Γερουλάνου (επιμ.), Αθήνα: εκδόσεις Μουσείο Μπενάκη, σελ. 70
ΠΕΡΙΣΣΟΤΕΡΑ ΚΛΕΙΣΙΜΟ
Γενικά
Συνταγή
Browse
(Προαιρετικό)